Τέσσερις γυναίκες περιπλανώνται μαζί με το κοινό στο φαράγγι του Λυκαβηττού και προσφέρουν στο κόσμο ένα Διάλειμμα Χαράς. Η παράσταση επικεντρώνεται στο σύγχρονο άνθρωπο και στη σχέση που έχει με τη φύση. Η Νατάσα Νταϊλιάνη, Κατερίνα Κλειτσιώτη, Δέσποινα Χατζηπαυλίδου και Άντζελα Δεληχάτσιου δημιούργησαν μια διαδραστική θεατρική παράσταση όπου κοινό, ηθοποιοί και περιβάλλον γίνονται ένα και όλοι μαζί πρωταγωνιστές. Η Άντζελα Δεληχάτσιου, σκηνοθέτης και πρωταγωνίστρια, μας μιλά για μια ιδιαίτερη παράσταση που γίνεται μακριά από το θεατρικό σανίδι.
Το έργο που ανεβάζετε έχει ως θέμα την σχέση των ανθρώπων των αστικών κέντρων με τη φύση. Υπάρχει τελικά δυνατότητα να βρεθούν δίαυλοι επικοινωνίας με τη φύση;
Πιστεύω ότι μπορεί να βρεθεί μια πιο άμεση επικοινωνία με την φύση και το λέω έχοντας προσωπική εμπειρία. Μεγάλωσα σε ένα προάστιο της Βοστόνης και δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το περιβάλλον. Η σχέση μου με την φύση ήταν μόνο όταν ερχόμουν μικρή τα καλοκαίρια στη Ελλάδα, οπότε εκεί είχα την πρώτη επαφή. Τα τελευταία χρόνια άρχισα να ενδιαφέρομαι περισσότερο για αυτή την επικοινωνία μεταξύ φύσης και ανθρώπου.
Από εκεί και πέρα, είχα κάνει αρκετές φορές training στη φύση με αρκετές θεατρικές ομάδες, είτε με ομάδες της Πολωνίας είτε της Αμερικής. Όταν ζούσα στην Πολωνία είχαμε κάνει αρκετές φορές training στη φύση και πάντα με ενθουσίαζε αλλά δεν είχα καταλάβει ακριβώς για ποιον λόγο το κάνουμε καθώς στη συνέχεια ανεβάζαμε τις παραστάσεις σε εσωτερικούς χώρους.
Όταν ήρθα στην Ελλάδα πέρασα μια αρκετά έντονη εμπειρία σε ένα θεατρικό εργαστήριο στη Νίσυρο. Επιστρέφοντας την Αθήνα δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιόν λόγο ζούμε στο κέντρο ενώ υπάρχουν τόσο ωραία μέρη στην επαρχία. Περισσότερο είναι συμβατικοί λόγοι. Έχοντας λοιπόν την εμπειρία από τη Νίσυρο, ήθελα να συνεχίσω την επαφή μου με τη φύση. Κάπως έτσι μεγάλωσε η περιέργεια μου και ξεκίνησα αυτό το project για να δω αν μπορεί τελικά να υπάρχει μια πιο βαθιά επικοινωνία με τη φύση μέσα από μια θεατρική παράσταση, έστω και τη φύση της πόλης.
Μεγάλωσες στη Βοστώνη. Μια καθαρά αστική πόλη και βιομηχανικό κέντρο, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την τωρινή σου επιθυμία για τη φύση και με τα βιώματα σου. Αυτό πως προέκυψε;
Από την Αμερική είχα διάφορες εμπειρίες. Μεγάλωσα στη Βοστώνη και στη συνέχεια μετακόμισα στη Νέα Υόρκη για περίπου 7 χρόνια, όπου εκεί είναι καθαρά αστικό κέντρο. Στη συνέχεια έζησα στο Κολοράντο όπου όλος ο κόσμος είναι συνέχεια έξω κάνοντας ποδήλατο, ορειβασία, κάνουν βόλτες στα πάρκα. Αυτή η εμπειρία με επηρέασε πάρα πολύ. Η φύση εκεί ήταν πραγματικά υπέροχη όπως επίσης και ο κόσμος αλλά δυστυχώς δεν είχε το πολιτιστικό κομμάτι που με ενδιαφέρει. Όταν ήρθα στην Αθήνα, ενθουσιάστηκα με τις εξαιρετικές νησίδες τέχνης όμως μου έλειπε η φύση και όσο μπορούσα προσπαθούσα να επισκέπτομαι τα κοντινά βουνά όπως η Πάρνηθα, η Πεντέλη, ο Υμηττός, ο Λυκαβηττός κ.α. Στη ζωή μου ψάχνω να βρω μια ισορροπία ανάμεσα στο θέατρο και στη φύση.
Η παράσταση είναι μια έρευνα της φύσης. Πως προέκυψε το έργο;
Προσωπικά είχα το ενδιαφέρον για την φύση και σκέφτηκα αν θα μπορούσα να κάνω μια παράσταση στο φαράγγι του Λυκαβηττού, το οποίο είναι ένα ιδιαίτερο σημείο.
Έχω δει διάφορα πειράματα πάνω στο θέατρο. Υπάρχει μια ομάδα στην Αγγλία η Punch drunk, η οποία παίρνει ένα ολόκληρο κτίριο, το μετατρέπει σε ενιαίο σκηνικό και οι θεατές είναι ελεύθεροι να κινηθούν σε όλο το κτίριο οποιαδήποτε στιγμή χωρίς να χρειάζεται να παρακολουθούν αναγκαστικά τους ηθοποιούς. Έχουν την δυνατότητα να δημιουργήσουν την δική τους ιστορία, εκτός από το τέλος όπου τους κατευθύνουν προς ένα συγκεκριμένο σημείο για την τελική σκηνή. Κάτι παρόμοιο είχα στο μυαλό μου.
Εμείς κατευθύνουμε λίγο παραπάνω τους θεατές, όμως πάντα είναι ελεύθεροι εάν δεν τους ενδιαφέρουν οι δράσεις των ηθοποιών να μείνουν μόνοι τους και να δώσουν προσοχή σε κάτι άλλο. Ήθελα να δώσω στον θεατή την ελευθερία να δημιουργήσει την δική του δραματουργία. Να επιλέξει ο ίδιος τι θέλει να δει.
Για ποιο λόγο επιλέξατε τον Λυκαβηττό;
Για ένα απόλυτα πρακτικό λόγο. Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα έμενα στους Αμπελόκηπους. Ψάχνοντας λοιπόν για κοντινά σημεία όπου μπορώ να περπατήσω στη φύση βρήκα τον Λυκαβηττό και αυτό το όμορφο σημείο που γίνεται η παράσταση. Οπότε ήμουν ήδη εξοικειωμένη με τον χώρο και τις δυνατότητες που αυτός παρέχει.
Μπορεί όμως η σχέση που έχουμε με τη φύση να αποκατασταθεί μέσω της παράστασης σας σε ένα χρονικό διάστημα 2 ωρών;
Όσον αφορά την πλευρά των ηθοποιών μπορώ να σου πω ότι πλέον το σώμα μας έχει εξοικειωθεί με τον χώρο, οπότε σίγουρα για τους ηθοποιούς έχει γίνει μια αλλαγή.
Όσον αφορά τον θεατή αυτό το δίωρο της παράστασης είναι περισσότερο μια πόρτα που ανοίγει και καλείται να δει άλλες επιλογές στην καθημερινότητα του. Τον βάζει σε ένα προβληματισμό. Μήπως θα μπορούσα να πάω για πικνίκ στο Λυκαβηττό με φίλους αντί να βρεθούμε για καφέ στο κέντρο. Δεν είναι ότι ξαφνικά θα αλλάξει όλη η νοοτροπία και φιλοσοφία του θεατή μέσα σε 2 ώρες αλλά θα προβληματιστεί για το αν μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που αντιμετωπίζει την φύση. Ελπίζω να τον ωθήσει να ξεκινήσει να κάνει περιπάτους σε κάποιο άλσος ή σε κάποιο πάρκο. Η παράσταση μας δείχνει ότι τελικά υπάρχει και μια άλλη επιλογή.
Ποιος είναι ο ρόλος του κοινού σε αυτή την παράσταση;
Ο θεατής είναι καλεσμένος να έρθει σε ένα ταξίδι μαζί μας. Εμείς από τη μεριά μας έχουμε χτίσει μια δομή, το ταξίδι έχει αρχή-μέση-τέλος και σε όλη αυτή τη διαδικασία εμείς είμαστε οι καθοδηγοί. Ο θεατής όμως, όπως γίνεται σε κάθε ταξίδι, μπορεί να έχει τις δικές του σκέψεις και επιθυμίες οπότε το ταξίδι του καθενός είναι διαφορετικό. Αυτό εξαρτάται από τι φέρνει ο ίδιος στον χώρο που έρχεται. Στο κανονικό θέατρο καθόμαστε στις καρέκλες, κλείνουν τα φώτα, μπορεί ακόμα και να βαρεθούμε αν δεν μας ενδιαφέρει το έργο. Σε αυτή την παράσταση ο θεατής μπορεί να βρει τι του αρέσει και να ασχοληθεί μαζί του, να δημιουργήσει το δικό του ταξίδι.
Στην παράσταση γίνεται η προσπάθεια να έρθουν σε επαφή τρεις κόσμοι. Ο θεατής, το κοινό και η φύση. Πως καταφέρνετε και τα συνδυάζετε;
Έχουν γίνει παρόμοιες παραστάσεις, όπου το κοινό έχει την δυνατότητα να κινείται στον χώρο. Δεν είναι κάτι τόσο πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα. Πιστεύω ότι επειδή έχουμε χτίσει κάτι αρκετά δομημένο μπορεί εύκολα κάποιος να δει την ιστορία που ξεδιπλώνεται μέσα στην παράσταση.
Γίνεται η προσπάθεια να φέρετε σε επαφή δύο ποιητές, τον Γιώργο Σεφέρη και τον Ουώλτ Ουίτμαν. Αν και τους ενώνει η αγάπη τους για την φύση, έχουν μια πολύ μεγάλη διαφορά. Ο Ουίτμαν είναι από τη φύση του αισιόδοξος ενώ στο Σεφέρη διακρίνουμε ότι γίνεται σκοτεινός αρκετές φορές. Πως καταφέρατε να τους συνενώσετε;
Είναι ένα μεγάλο θέμα της παράστασης. Να πω την αλήθεια στην αρχή ξαφνιάστηκα λίγο με κάποιες σκοτεινές εικόνες που βγήκαν από την έρευνα των ηθοποιών με τα ποιήματα του Σεφέρη. Αυτές οι σκοτεινές εικόνες όμως έχουν σχέση με το πως τα βιώνει ο καθένας. Νομίζω ότι το σκοτάδι που βγαίνει είναι αντανάκλαση το τι συμβαίνει στην τωρινή κοινωνία, στην Ελλάδα, αλλά επίσης έχουν σχέση με τη γενικότερη καταστροφή της φύσης. Από την άλλη επειδή παίζουμε σε ένα υπαίθριο τοπίο, μέσα από την παράσταση βγαίνει η ελπίδα. Εξάλλου ο Ουίτμαν είναι αρκετά αισιόδοξος και δίνει μια ισορροπία στην παράσταση. Ακόμα και ο Σεφέρης που όντως είναι σκοτεινός σε αρκετά σημεία, με τις λέξεις που ο ίδιος έχει επιλέξει και με τον τρόπο που τις μεταφέρει σε εμάς, μας δημιουργεί μια ομορφιά, που για εμένα είναι η παρηγοριά της τέχνης.
Το κοινό πως υποδέχεται το έργο;
Έχουμε κάνει δύο παραστάσεις μέχρι στιγμής οι οποίες ήταν πολύ δυνατές. Τους αρέσει το τοπίο και οι εικόνες που χτίζουμε με τους ηθοποιούς μέσα στη φύση. Είναι πολύ θετικό ότι χάνουν την αίσθηση του χρόνου, κάτι το οποίο το επιδιώκαμε. Τους ξαναφέρνει προσωπικές ιστορίες και βιώματα από την ζωή τους. Νιώθω ότι τους δίνουμε τον χώρο να εξερευνήσουν βαθύτερες ιδέες που έχουν, εσωτερικές σκέψεις.
Έχετε ελεύθερη είσοδο με προαιρετική συνεισφορά. Για ποιόν λόγο;
Υπάρχουν αρκετές παραστάσεις στην Αθήνα με προαιρετικό αντίτιμο. Διανύουμε μια οικονομική κρίση και ο καθένας έχει μια οικονομική κατάσταση που του δίνει συγκεκριμένες οικονομικές δυνατότητες. Ο καθένας είναι καλύτερο να ερωτηθεί μέσα του τι είναι κατάλληλο για τον ίδιο να παρέχει στο τέλος, αν βέβαια του άρεσε η εμπειρία και η ενέργεια που έλαβε από την παράσταση.
Άλλωστε το κοινό μέχρι στιγμής έχει δείξει ικανοποιημένο, φαίνεται ότι το έργο μας τους αγγίζει και ανταποκρίνεται. Η επιθυμία να πάνε θέατρο υπάρχει. εμείς απλώς τους διευκολύνουμε.
Αυτό που θέλω είναι οι παραστάσεις αυτές να έχουν μια διάρκεια μέσα στο χρόνο. Να γίνουν για 3 ή 4 συνεχόμενα χρόνια και κάθε άνοιξη να έρχονται καινούργια άτομα, ή να επιστρέφουν οι ίδιοι για δεύτερη φορά.
Άρα λοιπόν ποιο είναι το κάλεσμα που κάνετε στο κοινό για να παρακολουθήσει το έργο σας;
Θα ήθελα να τους πως ότι τους καλούμε να εξερευνήσουνε, να αφεθούν στον χώρο, στην φαντασία τους και στις μνήμες τους. Νιώθω ότι όλες οι ηλικίες μπορούν να πάρουν κάτι ιδιαίτερο από την παράσταση και να ξαναδημιουργήσουν μια σημαντική σχέση με τη φύση, μια σχέση που δυστυχώς έχει εξασθενήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια αλλά υπάρχει η δυνατότητα να την ξαναχτίσουμε με μικρές και μετά μεγαλύτερες κινήσεις.
Λόγω περιορισμένων θέσεων η κράτηση θέσεων είναι απαραίτητη.
Για πληροφορίες και κρατήσεις: +30 6946102862
Οι επόμενες παραστάσεις: Παρασκευή 19/6 - Παρασκευή 26/6 - Σάββατο 27/6 - Κυριακή 28/6
Οι θεατές παρακαλούνται να βρίσκονται λίγο πριν τις 18:30 στο χώρο του parking έξω από το θέατρο του Λυκαβηττού, από το οποίο θα περπατήσουμε 5-10 λεπτά στο χώρο της παράστασης. Για την καλύτερη δυνατή περιήγηση των θεατών συνιστώνται άνετα παπούτσια