rejoin hhh

Ένα κλασικό δίλημμα στο οποίο κάθε απόφοιτος παραδοσιακά βρίσκεται μετά το πέρας των προπτυχιακών σπουδών του είναι αν θα συνεχίσει την περαιτέρω εξειδίκευσή του μέσω ενός μεταπτυχιακού ή επαγγελματικού προγράμματος ή αν θα επιδιώξει την ένταξή του στην αγορά εργασίας.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία αλματώδης αύξηση στη ζήτηση μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Ο έντονος ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας, η στροφή για τη μεγαλύτερη δυνατή εξειδίκευση, αλλά και το γενικότερο κλίμα που έχει διαμορφωθεί στη λεγόμενη «τεταρτοβάθμια» εκπαίδευση, έχουν συντελέσει στην ένταση του φαινομένου τόσο εντός, όσο και εκτός Ελλάδας.

Παράλληλα, αξιοσημείωτα είναι δύο δεδομένα πλέον: Πρώτον, η αύξηση των προσφερόμενων Μ.Π.Σ. συγκριτικά με το παρελθόν και, δεύτερον, η ανάδειξη και νέων εκπαιδευτικών προορισμών για περαιτέρω σπουδές, όπως, για παράδειγμα, η Κύπρος, που συγκαταλέγεται την τελευταία πενταετία ως ένας από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς για τους Έλληνες ενδιαφερομένους.

Στο πλαίσιο μίας εύστοχης στρατηγικής καριέρας θα πρέπει ο κάθε ενδιαφερόμενος να αξιολογήσει και να σταθμίσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε επιλογής και να πράξει ανάλογα. Παρ’ όλα αυτά η πολυετής εμπειρία μου έχει καταδείξει πως συνήθως λανθασμένες επιλογές γίνονται στην περίπτωση που προκρίνεται η συνέχιση των σπουδών και όχι όταν στοχεύουμε στην ένταξή μας στην αγορά εργασίας ή στην αποδοχή μίας θέσης εργασίας μετά την αποφοίτηση. Αυτό συμβαίνει διότι στην ελληνική πραγματικότητα η συνέχιση των σπουδών σε μεταπτυχιακό επίπεδο έχει εξελιχθεί περισσότερο σε επιλογή ρουτίνας (!) και όχι επιλογή καριέρας.

Σε κάθε περίπτωση ο κάθε ενδιαφερόμενος για μεταπτυχιακές σπουδές, πριν προχωρήσει στην υλοποίηση οποιουδήποτε μεταπτυχιακού προγράμματος, θα πρέπει να απαντήσει σε μία σειρά ερωτημάτων προκειμένου να διασφαλίσει πως η επιλογή του αυτή είναι η καλύτερη δυνατή για την ακαδημαϊκή, επαγγελματική και προσωπική του εξέλιξη. Για τον κάθε υποψήφιο ποικίλλουν οι λόγοι για τους οποίους επιθυμεί να προχωρήσει στη λήψη μίας σχετικής απόφασης, όμως θα πρέπει να οριστεί εκ των προτέρων η στοχοθεσία της συγκεκριμένης απόφασης, προκειμένου να επαληθεύσει ο καθένας ατομικά αν η χρονική συγκυρία και οι γενικότερες προδιαγραφές ενός Π.Μ.Σ. ανταποκρίνονται επακριβώς στις ατομικές επιδιώξεις.

Μία σειρά απλών ερωτημάτων μπορεί να μας οδηγήσει στη διαμόρφωση μίας πληρέστερης και ωριμότερης τελικής απόφασης. Κρίνεται λοιπόν σκόπιμο να απαντηθεί ένα πλέγμα ερωτήσεων, που μπορεί να κατηγοριοποιηθεί στα ακόλουθα πεδία:

  1. Είδος / μορφή μεταπτυχιακού προγράμματος: Ανάλογα με τις δυνατότητες και τις υποχρεώσεις του ενδιαφερομένου (κοινωνικές, οικογενειακές, οικονομικές κ.λπ.) στοχεύουμε στα επιμέρους χαρακτηριστικά ενός Π.Μ.Σ. κατά την αναζήτησή μας. Επιμέρους δεδομένα που θα μας βοηθήσουν κατά την επιλογή είναι τα ακόλουθα:
  • Το μεταπτυχιακό που θα επιλέξω να είναι διά ζώσης, distance learning ή μεικτό;
  • Το μεταπτυχιακό που θα επιλέξω να είναι πλήρους ή μερικής φοίτησης;
  • Το επίπεδο του μεταπτυχιακού διπλώματος να είναι certificate, diploma, master ή διδακτορικό;
  • Να το υλοποιήσω σε δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα;
  • Να αναζητήσω Μ.Π.Σ. με δίδακτρα, δωρεάν ή με υποτροφία;
  • Το μεταπτυχιακό που θα επιλέξω να είναι συναφές ή άσχετο προς τις προπτυχιακές σπουδές;
  • Επιδίωξή μου είναι να υπάρχει πρακτικό αντίκρισμα στην αγορά εργασίας ή μία γενικότερη προσωπική ανάπτυξη;
  • Να έχει θεωρητικό ή πρακτικό προσανατολισμό;
  1. Ατομικά κίνητρα – παράγοντες για την υλοποίηση ενός μεταπτυχιακού: Η υλοποίηση ενός Π.Μ.Σ. αποτελεί μία κομβική στιγμή στην ακαδημαϊκή και στην επαγγελματική εξέλιξη ενός πτυχιούχου. Η επιλογή του μπορεί να έχει άμεσο αντίκτυπο τόσο στην προσωπική, όσο και στην επαγγελματική του εξέλιξη και ανάπτυξη, και να συντελέσει καθοριστικά στον στρατηγικό σχεδιασμό της επαγγελματικής του πορείας. Στην παρούσα αγορά εργασίας ενδεχομένως να αποτελεί πλέον και το σημαντικότερο «χαρτί», καθώς πλέον το σύνολο των νέων επαγγελματιών / επιστημόνων έχει στο επαγγελματικό του χαρτοφυλάκιο έναν προπτυχιακό τίτλο σπουδών, ξένες γλώσσες, αλλά και γνώσεις πληροφορικής.

Συνεπώς η σημασία που φαίνεται να προσλαμβάνει η φοίτηση σε ένα πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών σε πολύ μεγάλο βαθμό εναρμονίζεται με τη συνολική επαγγελματική στοχοθεσία του κάθε ενδιαφερομένου. Επιμέρους δεδομένα που θα μας βοηθήσουν κατά την επιλογή είναι τα ακόλουθα:

  • Η κατοχή του συγκεκριμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών θα συμβάλει καθοριστικά στην επαγγελματική και στη μισθολογική μου εξέλιξη;
  • Η κατοχή του συγκεκριμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών θα συμβάλει στην εξεύρεση μίας θέσης εργασίας ή στην ανέλιξή μου στην υπάρχουσα επαγγελματική θέση μου;
  • Η κατοχή του συγκεκριμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών θα καλλιεργήσει νέα πεδία και προοπτικές στον βασικό τίτλο σπουδών μου;
  • Το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο όπου θα εμβαθύνω μέσω του Π.Μ.Σ. μπορεί να μου δώσει δυνατότητες για μία ακαδημαϊκή καριέρα;
  • Το μεταπτυχιακό πρόγραμμα θα συντελέσει στην ουσιώδη αναβάθμιση των επιστημονικών γνώσεων και των δεξιοτήτων μου;
  • Θα μπορέσω να αξιοποιήσω στην εργασιακή μου καθημερινότητα τις πρόσθετες γνώσεις που θα μου παράσχει το Π.Μ.Σ.;
  1. Χρόνος και τόπος υλοποίησης ενός μεταπτυχιακού προγράμματος: Αρκετά σύνθετοι είναι και οι προβληματισμοί αναφορικά με τη χρονική περίοδο κατά την οποία αποφασίζει κάποιος να παρακολουθήσει ένα πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών. Βέβαια πολλές φορές οι προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο το πρόγραμμα καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό και την περίοδο έναρξης / υλοποίησής του. Για παράδειγμα, αν απαιτεί εργασιακή εμπειρία ή εκπληρωμένες στρατιωτικές υποχρεώσεις, εκ των πραγμάτων αποκλείει τους νέους αποφοίτους.

Γενικότερα ωστόσο υπάρχουν διαφορετικά διλήμματα που ενδεχομένως να αντιμετωπίσει ο κάθε ενδιαφερόμενος αναφορικά με τον χρόνο υλοποίησης, ο οποίος μπορεί να κατηγοριοποιηθεί σε 3 βασικές περιόδους:

Α. Φοίτηση αμέσως μετά τη λήψη του βασικού πτυχίου: Το μειονέκτημα σε αυτή τη χρονική στιγμή είναι πως ο ενδιαφερόμενος ενδεχομένως να μην γνωρίζει επακριβώς τις πραγματικές ανάγκες του κλάδου του και τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Το πλεονέκτημα είναι πως θα διαθέτει μεγαλύτερη διάθεση και χρόνο και θα αποκτήσει ακόμη έναν σημαντικό τίτλο σπουδών σε νεαρή ηλικία.

Β. Φοίτηση σε μεγαλύτερη ηλικία ή/και με εργασιακή εμπειρία: Σε αυτή την περίπτωση θα στηρίζαμε ως βασικό πλεονέκτημα το γεγονός πως ο ενδιαφερόμενος έχει προλάβει να αξιολογήσει τον εαυτό του, ενώ έχει μία αντικειμενική άποψη των απαιτήσεων και των αναγκών της αγοράς εργασίας. Ως μειονέκτημα θα ορίζαμε τον ιδιαίτερα περιορισμένο χρόνο λόγω των πολλαπλών υποχρεώσεών του, αλλά και την απομάκρυνσή του από την ακαδημαϊκή «καθημερινότητα».

Γ. Φοίτηση παράλληλα με την εργασία: Αξίζει να σημειωθεί πως σε αυτή την περίπτωση, εφόσον το μεταπτυχιακό έχει άμεση συνάφεια και με την εργασία μας, τότε ο ενδιαφερόμενος συνθέτει και αξιοποιεί παραλλήλως και καθημερινώς δεδομένα και από τους δύο χώρους (επαγγελματικό και ακαδημαϊκό). Η δυσχέρεια σε αυτή την περίπτωση είναι πως απαιτούνται υψηλές δεξιότητες time και self management, αλλά περιορισμένος προσωπικός χρόνος.

Πέρα από τον χρόνο υλοποίησης όμως υπάρχει και ακόμη μία κομβική παράμετρος, που αφορά στον τόπο υλοποίησης. Οι γεωγραφικοί παράγοντες είναι για ορισμένους καθοριστικοί, καθώς η μόνιμη κατοικία ρυθμίζει τις τελικές αποφάσεις. Ωστόσο και άλλοι παράγοντες, πέρα από ενδεχόμενους χωροταξικούς περιορισμούς, συντελούν στην τελική επιλογή σχετικά με τον τόπο απόκτησης ενός μεταπτυχιακού τίτλου. Ενδεικτικά:

Α. Φοίτηση στο ίδρυμα του πρώτου πτυχίου: Η συνέχιση των σπουδών στο ίδρυμα απόκτησης του βασικού πτυχίου εγγυάται τη φοίτηση σε ένα οικείο περιβάλλον, για το οποίο ο ενδιαφερόμενος αισθάνεται ικανοποίηση και εμπιστοσύνη. Κοντά σε διδάσκοντες που γνωρίζει διευρύνει το δίκτυο επαφών του και, χωρίς τους περισπασμούς που προξενεί η προσαρμογή σε ένα νέο περιβάλλον, μπορεί άμεσα να ξεκινήσει τις μεταπτυχιακές σπουδές του.

Β. Φοίτηση σε διαφορετικό ίδρυμα της ίδιας χώρας: Η επιλογή αυτή εύλογα σημαίνει χρονική περίοδο προσαρμογής. Αν ο λόγος για μία τέτοια απόφαση είναι το αντικείμενο ή η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών, τότε η επιλογή αυτή είναι επιβεβλημένη.

Γ. Φοίτηση στο εξωτερικό: Αποτελεί κοινή τακτική πολλοί απόφοιτοι να μεταβαίνουν σε χώρες της αλλοδαπής για την πραγματοποίηση μεταπτυχιακών σπουδών για λόγους όπως η φήμη ορισμένων πανεπιστήμιων ή οι διαδικασίες επιλογής, η επιθυμία για διαμονή και σταδιοδρομία στο εξωτερικό κ.ά. Η φοίτηση σε ένα καταξιωμένο πανεπιστήμιο του εξωτερικού μπορεί να σημαίνει την απόκτηση ενός καταξιωμένου τίτλου σπουδών με δυσκολίες όμως λόγω των διαφορών ανάμεσα στα συστήματα και στη γλώσσα.  Παράλληλα  ο ενδιαφερόμενος μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα χρειάζεται να προσεγγίσει και να κατανοήσει εκ νέου την εγχώρια αγορά εργασίας.

Δ. Φοίτηση με τη μέθοδο της τηλεκπαίδευσης ή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης: Η φοίτηση αυτή εξαλείφει τυχόν εμπόδια που χαρακτηρίζουν τα παραδοσιακά συστήματα εκπαίδευσης (π.χ. υποχρεωτική φυσική παρουσία) και δημιουργεί συνθήκες αυτονομίας. Παρά ταύτα απαιτείται ο φοιτητής να εξοικειωθεί με τις εναλλακτικές μορφές διδασκαλίας και τις τεχνολογίες που υποστηρίζουν αυτό τον τύπο εκπαίδευσης, αλλά και να είναι σε θέση να χειρίζεται αποτελεσματικά τον χρόνο του. 

Τέλος, αυτό που πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του ο κάθε φοιτητής ή/και απόφοιτος είναι το ουσιαστικό αντίκρισμα, που θα τον οδηγήσει στην παρακολούθηση ενός Μ.Π.Σ., αλλά και ο σωστός επαγγελματικός προσανατολισμός, που θα πρέπει να έχει πριν καταλήξει, προκειμένου να αποκομίσει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα από την επιλογή του.

Εξάλλου δεν είναι σπάνια η παραδοχή πληθώρας στελεχών από διάφορους κλάδους, είτε ως εργοδοτών είτε ως εργαζομένων, πως το καλύτερο κριτήριο για την επιλογή ενός Μ.Π.Σ. το διαμορφώνουμε όταν ξεκινούμε να εργαζόμαστε.

Επιπρόσθετα το βασικότερο «πρόβλημα» στα νέα στελέχη δεν είναι η έλλειψη μεταπτυχιακού, αλλά η έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας. Συνεπώς το γεγονός πως είθισται πλέον η πλειονότητα των αποφοίτων να συνεχίζει σε περαιτέρω σπουδές δεν συνεπάγεται πως και εμείς θα πρέπει να ακολουθήσουμε το ίδιο μονοπάτι και να μην διαφοροποιηθούμε.

Στόχος ήταν, είναι και θα παραμένει η ατομική μας στρατηγική να είναι προσαρμοσμένη στις δικές μας απαιτήσεις και ανάγκες και να μην ακολουθεί παγιωμένες αντιλήψεις και «δανεικές» μεθοδολογίες. Μόνο έτσι θα είναι ατομική, μόνο έτσι θα μας διαφοροποιήσει και μόνο έτσι θα μας εξελίξει σε ολοκληρωμένους επιστήμονες και επαγγελματίες με τα επιθυμητά αποτελέσματα και μία στέρεη προοπτική καριέρας.


Δρ. Χρήστος Ταουσάνης,
Επιστημονικός διευθυντής Employ | σύμβουλος σταδιοδρομίας  | συγγραφέας
www.e-employ.gr

Μοιραστείτε το

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn