Η χειμαζόμενη ελληνική επιχειρηματικότητα τράβηξε τα Πάθη του Χριστού την τελευταία δεκαετία. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες μαζί με τους εργαζομένους και τους συνταξιούχους ήταν τα μόνιμα θύματα των κυβερνήσεων διαχρονικά. Συμπιέστηκαν, κατακρεουργήθηκαν και χλευάστηκαν τα χρόνια της κρίσης, τις περισσότερες φορές άδικα. Πολλοί αναγκάστηκαν να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, άλλοι είδαν κόπους και θυσίες χρόνων να πλήττονται υπό το βάρος των δυσβάσταχτων χρεών και ελάχιστοι τυχεροί ή, αν θέλετε, καλύτερα προετοιμασμένοι είδαν τις εταιρίες τους άλλοτε να αντεπεξέρχονται έχοντας αναιμικά κέρδη και άλλοτε να μπαίνουν μέσα,, αλλά όχι τόσο, που να αποτελούσε κίνδυνο για τους ίδιους.
Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Με τις μεταρρυθμίσεις να διαδέχονται η μία την άλλη, με τη φορολογική αστάθεια να παίζει με τα νεύρα μας και με το ασταθές πολιτικό σκηνικό να είναι μία κακόγουστη φάρσα, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες πρέπει σαν άλλοι μάγοι να βγάλουν τον λαγό από το καπέλο και να επιβιώσουν σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Εχθρικό όμως όχι για όλους, αλλά για λίγους και «εκλεκτούς». Αξίζει να αναφέρουμε ότι την τελευταία δεκαετία, κατά την οποία οι τράπεζες είχαν κλείσει την κάνουλα της ρευστότητας σε πολίτες και επιχειρήσεις, κάποιοι τυχεροί (ως εκ θαύματος αυτοί οι τυχεροί βρίσκονταν στους διαδρόμους της Βουλής) κατάφεραν να πάρουν γενναία για την εποχή δάνεια, κάνοντας ανοίγματα που ακόμα και με τους βουλευτικούς μισθούς τους είναι δύσκολο να ξεπληρώσουν.
Οι επιχειρήσεις που βρίσκονται στο όριο του γκρεμού αξίζουν δεύτερη ευκαιρία;
Οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο για την ελληνική οικονομία. Η παρατεταμένη ύφεση έχει αφήσει ένα ανεξίτηλο σημάδι όχι μόνο στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, αλλά και στην απασχόληση. Τα χρόνια της κρίσης δημιουργήθηκε μία καινούργια ομάδα επιχειρήσεων. Επιχειρήσεις που, παρότι ζημιογόνες, συνέχισαν να λειτουργούν συσσωρεύοντας χρέη όχι μόνο προς το δημόσιο ή τις τράπεζες, αλλά και προς τους εργαζομένους τους. Έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η μελέτη του κ. Ηλία Λεκκού, επικεφαλής οικονομολόγου της Τράπεζας Πειραιώς, με θέμα «Πόσο κοστίζουν οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις: Ευρήματα μίας άσκησης προσομοίωσης επιχειρηματικής αναδιάρθρωσης», η οποία δίνει μία ενδιαφέρουσα πρώτη εικόνα της κατάστασης.
Σαφώς οι επιχειρήσεις έπρεπε να είναι προετοιμασμένες και ικανές να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές (κυρίως) δυσκολίες που εμφανίστηκαν. Σαφώς και δεν πρόκειται να δικαιολογήσουμε ούτε να δώσουμε συγχωροχάρτι σε όσους ξόδεψαν ασύστολα, έχοντας μόνο μία ιδέα και καμία φερεγγυότητα στον λόγο τους, μοιράζοντας χρήμα δεξιά και αριστερά, που στο τέλος της ημέρας δεν έλειψε από τον δικό τους τραπεζικό λογαριασμό, αλλά από των εργαζομένων και των συνεργατών τους.
Το πραγματικό ερώτημα όμως για την πλειονότητα των επιχειρηματιών και ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρηματιών είναι τι έκανε η πολιτεία προκειμένου να τους προστατέψει. Δυστυχώς όχι αρκετά, καθώς αναγκάστηκαν να πληρώσουν το τίμημα της κρίσης, αν και αντιπροσωπεύουν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομία. Σύμφωνα με μελέτη της Ε.Υ. (η οποία είχε εκπονηθεί στο πλαίσιο του Φόρουμ Μεσαίων και Μικρών Επιχειρήσεων του Σ.Ε.Β.) στην Ελλάδα το πλήθος των Μμ.Ε. αντιπροσωπεύει το 99,9% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων και σε απόλυτα νούμερα ξεπερνούν τις 650.000. Καλύπτουν ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων και κλάδων, διαμορφώνουν το 19,3% του Α.Ε.Π. και το 87% της απασχόλησης σε επιχειρήσεις. Εν ολίγοις, είναι αυτοί που δίνουν τον τόνο, όμως δεν κινούν τα νήματα.
Σήμερα, με τους επιχειρηματίες να προσπαθούν να βρουν τα πατήματά τους για να ορθοποδήσουν, είναι περισσότερο από αναγκαίος ένας πολιτισμός της δεύτερης ευκαιρίας. Αφενός για τις επιχειρήσεις που δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους να μην οδηγούνται στην πτώχευση και αφετέρου για όσους δεν υπάρχει ορατό μέλλον να κλείνουν με ευκολία τη χρεοκοπημένη επιχείρηση (υπό την προϋπόθεση ότι η πτώχευση δεν έγινε με δόλο) και να ξαναμπούν στην επιχειρηματική δράση γρήγορα. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει πλήρης υποστήριξη σε αυτούς που (εντίμως) πτωχεύσαν και πλήρης άρση των εμποδίων ενός μικρομεσαίου επιχειρηματία να δοκιμάσει και πάλι την τύχη του στον επιχειρηματικό στίβο.
Αντί των παραπάνω σήμερα στην Ελλάδα έχουμε χιλιάδες ζωντανές – νεκρές επιχειρήσεις, οι οποίες βρίσκονται σε οριακά στάδια επιβίωσης και, επειδή αδυνατούν να κλείσουν εξαιτίας ενός αναποτελεσματικού πτωχευτικού συστήματος, βυθίζουν και τις υγιείς επιχειρήσεις. Έχει αποδειχτεί ότι χιλιάδες επιχειρηματίες δεν ξέρουν με ακρίβεια πώς να προχωρήσουν με την ασθενούσα επιχείρησή τους. Αν ο αριθμός των πτωχεύσεων στην Ελλάδα μειωθεί μέσα στα επόμενα χρόνια, θα σημαίνει για την οικονομία μείωση κατά δισεκατομμύρια ευρώ του ιδιωτικού χρέους, ελάφρυνση στα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης και άνοιγμα χιλιάδων θέσεων εργασίας ανά έτος.
Αυτό βέβαια απαιτεί κατάλληλη συμβουλευτική και κοινωνική αλλαγή στην αντιμετώπιση των κρίσεων και των αλλαγών. Απαιτεί ένα πλαίσιο που θα δίνει γρήγορες και αποτελεσματικές διεξόδους εξυγίανσης με σκοπό να διασώζεται όχι μόνο η επιχείρηση, αλλά και οι θέσεις εργασίας. Χρειάζεται ένα πλαίσιο που θα ωθεί στην καινοτομία και στην υγιή, βιώσιμη επιχειρηματικότητα και θα παρεμβαίνει όταν βγαίνει κάποιος εκτός πορείας. Τα παθήματα πρέπει κάποια στιγμή να γίνουν μαθήματα και ίσως τώρα είναι μία κατάλληλη ευκαιρία. Η κρίση, οι τράπεζες και το κράτος τζόγαραν αρκετά στις πλάτες των επιχειρηματιών τα προηγούμενα χρόνια και είναι καιρός να δώσουν πίσω αυτά που υφάρπαξαν.
Για τους ανθρώπους των επιχειρήσεων μία δεύτερη, υγιής επιχειρηματική ευκαιρία φαντάζει σαν σωσίβιο στον ωκεανό. Ιδιαίτερα σήμερα που τα κόκκινα δάνεια στερούν το χρήμα από την αγορά, που το χρηματοπιστωτικό σύστημα δέχεται κλυδωνισμούς κατά Ιταλία μεριά και που ό,τι γίνεται στην άλλη άκρη του κόσμου απλώνει τις συνέπειές του σε όλο τον κόσμο, μία δεύτερη ευκαιρία –σε όσους φυσικά τη δικαιούνται– είναι κάτι περισσότερο από μία ένεση ηθικού. Η οικονομία χρειάζεται επειγόντως μία επανεκκίνηση και τα προβλήματα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας είναι αυτά που έχουν προτεραιότητα. Όσο γρηγορότερα αυτοί οι επιχειρηματίες επαναδραστηριοποιηθούν, τόσο πιο άμεσα η οικονομία θα λειτουργήσει αποδοτικά, θα ορθοποδήσει και θα αποκαταστήσει την επιχείρηση, την οποία συνέθλιψαν η κρίση και οι κυβερνήσεις.