Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ετήσια έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα την περίοδο 2017-2018, η οποία παρουσιάστηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Τα βασικά στοιχεία που αποτυπώνονται στην έρευνα είναι οι έντονες αβεβαιότητες που κυριάρχησαν στην αγορά, αλλά και το ιστορικό χαμηλό που καταγράφηκε στον τομέα της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων (όσοι έχουν κάνει σημαντικές προκαταρκτικές ενέργειες για την ίδρυση μιας επιχείρησης, καθώς και όσοι έχουν ξεκινήσει μια επιχείρηση με ζωή έως 3,5 έτη).
Η συνολικότερη κατάσταση της οικονομίας και η αστάθεια του πολιτικού γίγνεσθαι επηρέασαν καταλυτικά προς την αρνητική κατεύθυνση την κατάσταση του επιχειρείν. Συγκεκριμένα, μόλις το 13,7% του πληθυσμού είδε επιχειρηματικές ευκαιρίες στη χώρα, μία από τις χαμηλότερες επιδόσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Στο ίδιο με αυτό το στοιχείο πλαίσιο υπάγεται και το εύρημα το ότι τα αρχικά στάδια επιχειρηματικής ενεργοποίησης (συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης) υποχώρησαν στο 4,8% (περίπου 320 χιλιάδες άτομα) από 5,7% (περίπου 380 χιλιάδες).
Ο κ. Άγγελος Τσακανίκας, επιστημονικός υπεύθυνος του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικότητας του ΙΟΒΕ, που παρουσίασε την έκθεση, παρατήρησε ότι ταυτόχρονα με την υποχώρηση της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων διευρύνθηκε και το ποσοστό των ατόμων που διέκοψαν την επιχειρηματική δραστηριότητά τους, αφού από το 3,8% ανέβηκε στο 4,7%, ήτοι 310 χιλιάδες άτομα, με κύρια αιτία την έλλειψη κερδοφορίας.
Πρακτικά βλέπουμε ότι το ισοζύγιο κλείσιμο-άνοιγμα επιχειρήσεων είναι σχεδόν το ίδιο. Όμως, όπως αναφέρει ο κ. Τσακανίκας, αυτό το γεγονός θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό μόνο αν έκλειναν εγχειρήματα χαμηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας και άνοιγαν εγχειρήματα υψηλής ποιότητας και προστιθέμενης αξίας, καθώς αυτό θα σήμαινε ότι αναβαθμίζεται το επιχειρηματικό σύστημα της χώρας. Ωστόσο, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, δεν σημειώνεται ουσιαστική ποιοτική αναβάθμιση, καθώς οι περισσότεροι σχετικοί δείκτες παραμένουν αμετάβλητοι.
Είναι ενδιαφέρον όμως ότι οι επιχειρήσεις που ξεκινούν δημιουργούν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης. Συγκεκριμένα, το 82% των νέων εγχειρημάτων απασχολεί τουλάχιστον ακόμα ένα άτομο πέρα από τους ιδρυτές, αν και η ευρεία πλειονότητα αυτών δεν απασχολεί πάνω από 5 άτομα. Επιπρόσθετα, προσδοκούν να δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας σε βάθος χρόνου, καθώς το 85% των επιχειρηματιών (από 75% το 2016) εκτιμά ότι την επόμενη πενταετία θα προσλάβει τουλάχιστον έναν εργαζόμενο.
Ανησυχία και έντονος φόβος για το μέλλον των επιχειρήσεων
Η έκθεση παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί φανερώνει τη συνολικότερη αντίληψη για την επιχειρηματικότητα, αλλά και τι μέλλει γενέσθαι. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, τα αρνητικά στοιχεία είναι τα παρακάτω:
- 29% των νέων επιχειρηματιών ξεκίνησαν τη δραστηριότητά τους από ανάγκη βιοπορισμού.
- 64,5% των επιχειρηματιών δηλώνουν ότι κανένας πελάτης δεν θα θεωρήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους νέα και πρωτοποριακά.
- Οι μισοί επιχειρηματίες εισέρχονται σε αγορές με ήδη ισχυρό ανταγωνισμό και ως εκ τούτου δεν μεταβάλλουν ποιοτικά τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεών τους.
- Παρατηρείται ένα από τα υψηλότερα ποσοστά φόβου και αποτυχίας στον κόσμο.
- H πλειονότητα των νέων εγχειρημάτων, το 54,6%, εξακολουθεί να αφορά την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών προς τους καταναλωτές τα οποία έχουν να κάνουν κυρίως με εστιατόρια, καφέ, τουριστικά καταλύματα και λιανεμπόριο ειδών ένδυσης.
Φυσικά, υπάρχουν και θετικά στοιχεία, όπως ότι το 80% των νέων εγχειρημάτων απευθύνεται σε ξένες αγορές, το 30% εξάγει πάνω από το 25% του κύκλου εργασιών του, η ενίσχυση της συμμετοχής στην επιχειρηματικότητα ατόμων με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο (περισσότεροι από τους μισούς διαθέτουν πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου), η ενίσχυση μεταποιητικών εγχειρημάτων στο 25% του συνόλου με μικρή υποχώρηση των εγχειρημάτων λιανικής στο 55%, η σταθερή συνεισφορά άτυπων επενδυτών στη χρηματοδότηση νέων εγχειρημάτων ακόμα κι αν προέρχονται από τον οικογενειακό κύκλο.
Από το σύνολο της έκθεσης βγαίνει το συμπέρασμα ότι η οικονομική και πολιτική αστάθεια κατεύθυνε προς ένα αδιέξοδο όσους θέλησαν να μπουν στον στίβο της επιχειρηματικότητας. Η φορολογική εξουθένωση, η γραφειοκρατία, αλλά και το υψηλό κόστος διατήρησης μιας επιχείρησης έχουν λειτουργήσει αποτρεπτικά στην ίδρυση μιας επιχείρησης ή οδήγησαν άλλους να κλείσουν αυτήν που λειτουργούσαν. Είναι ξεκάθαρο ότι η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα δεν χρειάζεται μόνο υπομονή και γερά νεύρα, αλλά και πορτοφόλια που θα τη στηρίζουν στις δύσκολες μέρες. Γι’ αυτό τον λόγο όλο και περισσότεροι Έλληνες προτιμούν την «ασφάλεια» της εξαρτημένης σχέσης εργασίας.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος-«Στέντορας»
Πηγή: ΣΤΕΝΤΟΡΑΣ